Όλοι προτρέπουν την Ελλάδα να ματώσει. Το ΔΝΤ μιλάει μάλιστα για 10-20 σκληρά χρόνια. Χρόνια φτώχειας, ανεργίας, κοινωνικής δυστυχίας, υπανάπτυξης. Όμως με τα πρόσφατα μέτρα-το σταθεροποιητικό πρόγραμμα- μειώνονται οι δημόσιες και ιδιωτικές καταναλωτικές δαπάνες σε βάθος τετραετίας. Όπως διαβεβαιώνει η οικονομική επιστήμη, με αυτόν το τρόπο το ΑΕΠ συρρικνώνεται, η ύφεση βαθαίνει, η ανεργία απογειώνεται. Τι γίνεται όμως με το εξωτερικό χρέος; Λένε λοιπόν οι οικονομολόγοι ότι για να μειωθεί το εξωτερικό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, ή το επιτόκιο δανεισμού του δημοσίου πρέπει να είναι μικρότερο από τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ (πράγμα αδύνατον με την υπάρχουσα πολιτική αφού πρέπει να δανειστούμε με αρνητικά επιτόκια), ή πρέπει η χώρα να παρουσιάσει σημαντικά πλεονάσματα στο εξωτερικό της ισοζύγιο (πράγμα εξίσου αδύνατον μια που η χώρα είναι σε παραγωγική αποδιάρθρωση και το ετήσιο έλλειμμά της στο εξωτερικό ισοζύγιο πληρωμών ανέρχεται τα τελευταία τρία χρόνια από 28-35 δις ευρώ). Η συνταγή των πλεονασματικών η ισοσκελισμένων προϋπολογισμών σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, είναι επίσης δρόμος προς τον οικονομικό και κοινωνικό Καιάδα. Άρα η συνταγή της Ε.Ε , του ΔΝΤ, που υιοθετούν κυβέρνηση και αξιωματική συμπολίτευση αλλάζει τελικά τους πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς, κεντρικό στόχο έχει να μεταφέρει τις συνέπειες της κρίσης στους εργαζόμενους και στις κοινωνίες. Η Ελλάδα ο επικεφαλής των αδύναμων κρίκων του Νότου, γίνεται χώρα παράδειγμα, για την επιβολή ενός βάρβαρου κοινωνικού μοντέλου, του μετακρισιακού υποδείγματος. Δυστυχώς η ευτυχώς η έκβαση της μάχης εδώ, θα κρίνει όχι μόνο την φορά της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αλλά και θα διαμορφώσει συσχετισμούς για την γενικευμένη σύρραξη ενάντια στα κοινωνικά δικαιώματα που θα λάβει χώρα σε όλο τον Ευρωπαϊκό Νότο και πιθανά σε όλη την Ήπειρο.
Μπορεί η Ελλάδα να κηρύξει στάση πληρωμών (η τουλάχιστον να απειλήσει) για τα τοκοχρεολύσια; Πως μετατρέπεται αυτόματα το ελληνικό πρόβλημα σε ευρωπαϊκό .Τον δρόμο του αγώνα τον δείχνει η Ισλανδία.
Φυσικά και μπορεί να κηρύξει χωρίς «ιδιαίτερες» συνέπειες. Αυτοί που θα δυσκολευτούν περισσότερο και θα υποστούν συντριπτικές συνέπειες θα είναι άλλοι, οι Τράπεζες και οι διεθνείς τοκογλύφοι, αλλά και η κ.Μέρκελ και ο κ.Τρισέ που ενδιαφέρονται για την σταθερότητα του ευρώ. Έστω και ως απειλή, είναι απειλή αποσταθεροποίησης του ευρώ, άρα ισχυρό χαρτί για να επιβάλλουμε την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Αλλά ακόμη και αν την πραγματοποιήσουμε, δεν υπάρχει καμία νομική δυνατότητα για να εκτοπίσουν την χώρα από την ζώνη του ευρώ. Η παραμονή η όχι στην ζώνη του ευρώ παραμένει επιλογή της χώρας σύμφωνα με όλες τις ευρωπαϊκές συνθήκες. Ακόμη όμως και η έξοδος σήμερα δεν προδιαγράφει καμία προκατακλυσμιαία καταστροφή, ίσως έχει και σημαντικά κέρδη, άλλωστε την προτείνουν ως λύση και πολλοί «ορθόδοξοι» οικονομολόγοι. Συμπέρασμα: Το χαρτί της στάσης πληρωμών είναι το πιο ισχυρό σήμερα για να μετατρέψουμε το ελληνικό πρόβλημα σε ευρωπαϊκό. Μόνο που χρειάζεται μια κυβέρνηση με τολμηρούς πολιτικούς και όχι οσφυοκάμπτες του Βερολίνου και των Βρυξελλών.
Το παράδειγμα του Ισλανδικού λαού είναι ένα παράδειγμα και για τον ελληνικό λαό. Οι Βρετανοί και οι Ολλανδοί εκεί που απειλούσαν με διεθνείς κυρώσεις και αποκλεισμό την Ισλανδία τώρα παρακαλούν για μια επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, με σαφώς πολύ ευνοϊκούς όρους για την Ισλανδία. Γιατί αφού μπορεί η Ισλανδία να επιβάλλει την επαναδιαπραγμάτευση να μην μπορεί και η Ελλάδα;
Γιατί πρέπει να τεθούν σε κρατικό και δημόσιο έλεγχο τουλάχιστον οι τράπεζες.
Οι τράπεζες σήμερα καθορίζουν με την στρατηγική της ρευστότητας που παρέχουν, των δανείων και των επιτοκίων τους, κατά πολύ το αναπτυξιακό προφίλ της χώρας και εφόσον αυτές ανήκουν σε «ιδιωτικά χέρια», η πολιτική τους καθορίζεται με βάση τις τιμές των μετοχών, τα κέρδη τους, τα μερίσματα, τα μπόνους των στελεχών τους. Μια άλλη αναπτυξιακή πολιτική για την έξοδο της χώρας από την κρίση, που στοχεύει στην παραγωγική ανάταση της Ελλάδας, θα στηριχθεί σε κριτήρια δημόσιου οφέλους , άρα σε ένα δημόσιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Οι τράπεζες σήμερα καθορίζουν με την στρατηγική της ρευστότητας που παρέχουν, των δανείων και των επιτοκίων τους, κατά πολύ το αναπτυξιακό προφίλ της χώρας και εφόσον αυτές ανήκουν σε «ιδιωτικά χέρια», η πολιτική τους καθορίζεται με βάση τις τιμές των μετοχών, τα κέρδη τους, τα μερίσματα, τα μπόνους των στελεχών τους. Μια άλλη αναπτυξιακή πολιτική για την έξοδο της χώρας από την κρίση, που στοχεύει στην παραγωγική ανάταση της Ελλάδας, θα στηριχθεί σε κριτήρια δημόσιου οφέλους , άρα σε ένα δημόσιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Ο δημόσιος και κρατικός έλεγχος όχι μόνο των τραπεζών αλλά και των υποδομών (λιμάνια, αεροδρόμιο κλπ) και οργανισμών κοινής ωφέλειας ( ΟΤΕ κλπ) είναι για τους ίδιους λόγους, ζητούμενο. Δεν είναι τυχαίο που μεγάλο μέρος τους ανήκει σε Γερμανικά κεφάλαια.